Present (Ενεστώτας)
προτιμάω, προτιμώ/προτιμάς/προτιμάει, προτιμά/ προτιμάμε/προτιμάτε/προτιμάν(ε), προτιμούν(ε)
Imperfect (Παρατατικός)
προτιμούσα/προτιμούσες/προτιμούσε, προτίμαγε/ προτιμούσαμε/προτιμούσατε/προτιμούσαν(ε)
Aorist (Αόριστος)
προτίμησα/προτίμησες/προτίμησε/ προτιμήσαμε/προτιμήσατε/προτίμησαν, προτιμήσαν(ε)
Present Perfect (Παρακείμενος)
έχω προτιμήσει/έχεις προτιμήσει/έχει προτιμήσει/ έχουμε προτιμήσει/έχετε προτιμήσει/έχουν προτιμήσει
Pluperfect (Υπερσυντέλικος)
είχα προτιμήσει/είχες προτιμήσει/είχε προτιμήσει/ είχαμε προτιμήσει/είχατε προτιμήσει/είχαν προτιμήσει
Future Continuous (Εξακολουθητικός Μέλλοντας)
θα προτιμάω, προτιμώ/θα προτιμάς/θα προτιμάει, προτιμά/ θα προτιμάμε/θα προτιμάτε/θα προτιμάν(ε), προτιμούν(ε)
Future simple (Στιγμιαίος Μέλλοντας)
θα προτιμήσω/θα προτιμήσεις/θα προτιμήσει/ θα προτιμήσουμε/θα προτιμήσετε/θα προτιμήσουν(ε)
Future Perfect (Συντελεσμένος Μέλλοντας)
θα έχω προτιμήσει/θα έχεις προτιμήσει/θα έχει προτιμήσει/ θα έχουμε προτιμήσει/θα έχετε προτιμήσει/θα έχουν προτιμήσει
Conditional
θα προτιμούσα/θα προτιμούσες/θα προτιμούσε, προτίμαγε/ θα προτιμούσαμε/θα προτιμούσατε/θα προτιμούσαν(ε)
Subjunctive Present
να προτιμάω, προτιμώ/να προτιμάς/να προτιμάει, προτιμά/ να προτιμάμε/να προτιμάτε/να προτιμάν(ε), προτιμούν(ε)
Subjunctive Aorist
να προτιμήσω/να προτιμήσεις/να προτιμήσει/ να προτιμήσουμε/να προτιμήσετε/να προτιμήσουν(ε)
Subjunctive Perfect
να έχω προτιμήσει/να έχεις προτιμήσει/να έχει προτιμήσει/ να έχουμε προτιμήσει/να έχετε προτιμήσει/να έχουν προτιμήσει
Imperative Present
προτίμα/προτιμάτε
Imperative Aorist
προτίμησε/προτιμήστε
Infinitive (Απαρέμφατο)
προτιμήσει
Present Participle
προτιμώντας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου