μένω , I remain , rimanere

Present (Ενεστώτας)

μένω/μένεις/μένει/μένουμε/μένετε/μένουν(ε)

Imperfect (Παρατατικός)

έμενα/έμενες/έμενε/μέναμε/μένατε/έμεναν, μέναν(ε)

Aorist (Αόριστος)

έμεινα/έμεινες/έμεινε/μείναμε/μείνατε/έμειναν, μείναν(ε)

Present Perfect (Παρακείμενος)

έχω μείνει/έχεις μείνει/έχει μείνει/έχουμε μείνει/έχετε μείνει/έχουν μείνει

Pluperfect (Υπερσυντέλικος)

είχα μείνει/είχες μείνει/είχε μείνει/είχαμε μείνει/είχατε μείνει/είχαν μείνει

Future Continuous (Εξακολουθητικός Μέλλοντας)

θα μένω/θα μένεις/θα μένει/θα μένουμε/θα μένετε/θα μένουν(ε)

Future simple (Στιγμιαίος Μέλλοντας)

θα μείνω/θα μείνεις/θα μείνει/θα μείνουμε/θα μείνετε/θα μείνουν(ε)

Future Perfect (Συντελεσμένος Μέλλοντας)

θα έχω μείνει/θα έχεις μείνει/θα έχει μείνει/θα έχουμε μείνει/θα έχετε μείνει/θα έχουν μείνει

Conditional

θα έμενα/θα έμενες/θα έμενε/θα μέναμε/θα μένατε/θα έμεναν, μέναν(ε)

Subjunctive Present

να μένω/να μένεις/να μένει/να μένουμε/να μένετε/να μένουν(ε)

Subjunctive Aorist

να μείνω/να μείνεις/να μείνει/να μείνουμε/να μείνετε/να μείνουν(ε)

Subjunctive Perfet

να έχω μείνει/να έχεις μείνει/να έχει μείνει/να έχουμε μείνει/να έχετε μείνει/να έχουν μείνει

Imperative Present

μένε/μένετε

Imperative Aorist

μείνε/μείνετε

Infinitive (Απαρέμφατο)

μείνει

Present Participle

μένοντας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

You are learning Greek and need help with Greek verbs? The conjugation of Greek verbs isn't longer a problem, thanks to these pages.