ταξιδεύω , I travel , viaggiare

Present (Ενεστώτας)

ταξιδεύω/ταξιδεύεις/ταξιδεύει/ ταξιδεύουμε/ταξιδεύετε/ταξιδεύουν(ε)

Imperfect (Παρατατικός)

ταξίδευα/ταξίδευες/ταξίδευε/ ταξιδεύαμε/ταξιδεύατε/ταξίδευαν, ταξιδεύαν(ε)

Aorist (Αόριστος)

ταξίδεψα/ταξίδεψες/ταξίδεψε/ ταξιδέψαμε/ταξιδέψατε/ταξίδεψαν, ταξιδέψαν(ε)

Present Perfect (Παρακείμενος)

έχω ταξιδέψει/έχεις ταξιδέψει/έχει ταξιδέψει/ έχουμε ταξιδέψει/έχετε ταξιδέψει/έχουν ταξιδέψει

Pluperfect (Υπερσυντέλικος)

είχα ταξιδέψει/είχες ταξιδέψει/είχε ταξιδέψει/ είχαμε ταξιδέψει/είχατε ταξιδέψει/είχαν ταξιδέψει

Future Continuous (Εξακολουθητικός Μέλλοντας)

θα ταξιδεύω/θα ταξιδεύεις/θα ταξιδεύει/ θα ταξιδεύουμε/θα ταξιδεύετε/θα ταξιδεύουν(ε)

Future simple (Στιγμιαίος Μέλλοντας)

θα ταξιδέψω/θα ταξιδέψεις/θα ταξιδέψει/ θα ταξιδέψουμε/θα ταξιδέψετε/θα ταξιδέψουν(ε)

Future Perfect (Συντελεσμένος Μέλλοντας)

θα έχω ταξιδέψει/θα έχεις ταξιδέψει/θα έχει ταξιδέψει/ θα έχουμε ταξιδέψει/θα έχετε ταξιδέψει/θα έχουν ταξιδέψει/

Conditional

θα ταξίδευα/θα ταξίδευες/θα ταξίδευε/ θα ταξιδεύαμε/θα ταξιδεύατε/θα ταξίδευαν, ταξιδεύαν(ε)

Subjunctive Present

να ταξιδεύω/να ταξιδεύεις/να ταξιδεύει/ να ταξιδεύουμε/να ταξιδεύετε/να ταξιδεύουν(ε)

Subjunctive Aorist

να ταξιδέψω/να ταξιδέψεις/να ταξιδέψει/ να ταξιδέψουμε/να ταξιδέψετε/να ταξιδέψουν(ε)

Subjunctive Perfect

να έχω ταξιδέψει/να έχεις ταξιδέψει/να έχει ταξιδέψει/ να έχουμε ταξιδέψει/να έχετε ταξιδέψει/να έχουν ταξιδέψει

Imperative Present

ταξίδευε/ταξιδεύετε

Imperative Aorist

ταξίδεψε/ταξιδέψτε

Infinitive (Απαρέμφατο)

ταξιδέψει

Present Participle

ταξιδεύοντας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

You are learning Greek and need help with Greek verbs? The conjugation of Greek verbs isn't longer a problem, thanks to these pages.